Δεν θα έπρεπε λοιπόν καθόλου να μας ξενίζει το ότι τόσο οι ανθρωπολογικές όσο και οι παλαιοντολογικές μελέτες επιβεβαιώνουν τη διαχρονική και επίμονη παρουσία της μουσικής σε όλους τους ανθρώπινους πολιτισμούς και σε όλες τις ιστορικές εποχές: τα παλαιότερα μουσικά όργανα που έχουν βρεθεί μέχρι σήμερα είναι οστέινοι αυλοί ηλικίας τουλάχιστον 40 χιλιάδων χρόνων.
Και θα πρέπει, κατά την προϊστορία, να υπήρξαν και άλλα μουσικά όργανα, όπως π.χ. τύμπανα που οι μακρινοί πρόγονοί μας χρησιμοποιούσαν για την επικοινωνία αλλά και για τη διασκέδασή τους.
Το γεγονός ότι η μουσική αποτελεί μια μόνιμη παρουσία στη ζωή των ανθρώπων καθώς και το ότι επιτελεί μια σημαντική επικοινωνιακή λειτουργία επέβαλε στη σύγχρονη επιστήμη να αναζητήσει το κοινό σε όλους τους ανθρώπους υπόστρωμα της μουσικοφιλίας, δηλαδή τις εγκεφαλικές προϋποθέσεις της.
Και σε αυτό το πεδίο έρευνας η πρόοδος των γνώσεών μας υπήρξε εντυπωσιακή τις τελευταίες δεκαετίες.
Οι πρώτες σαφείς ενδείξεις για την πρόσληψη, την επεξεργασία και την απολαυστική εσωτερίκευση της μουσικής από τον ανθρώπινο εγκέφαλο προήλθαν από τη νευρολογική έρευνα των δυσλειτουργιών κατά την εκτέλεση αυτών των τριών βασικών «πράξεων» κάθε μουσικής εμπειρίας.
Δυσλειτουργίες που οφείλονται σε παθολογίες και νευροεκφυλιστικές ασθένειες, οι οποίες ενίοτε εκδηλώνονται ως «αμουσία», ως διαταραχές δηλαδή κατά την πρόσληψη ή την επεξεργασία της μουσικής.
Η κλινική μελέτη ασθενών που είχαν υποστεί ένα σοβαρό εγκεφαλικό ή καρδιακό επεισόδιο, που έπασχαν από επιληπτικές κρίσεις ή είχαν αναπτύξει έναν εγκεφαλικό όγκο, έδειξε ότι αυτές οι τρεις πράξεις μουσικής αντίληψης διαφοροποιούνται όχι μόνο λειτουργικά αλλά και τοπολογικά: κάθε μια από αυτές τελείται από ένα διαφορετικό εγκεφαλικό σύστημα.
Μάλιστα, μέσω των νέων τεχνικών απεικόνισης του εγκεφάλου, έγινε εφικτός ο ακριβής ανατομικός εντοπισμός των εγκεφαλικών συστημάτων που, όταν πλήττονται από αυτές τις νευρολογικές παθήσεις, προκαλούν σοβαρές αλλοιώσεις της μουσικής εμπειρίας.
Ετσι έγινε σαφές ότι πίσω από κάθε μουσική εμπειρία μας κρύβεται πάντα κάποιο εγκεφαλικό κύκλωμα που αναλαμβάνει τη λεπτομερή ανάλυση αλλά και τη δημιουργική επανασύνθεση κάθε ηχητικού σήματος που φτάνει από τα αυτιά στον εγκέφαλό μας.
Τα επιμέρους δομικά στοιχεία κάθε μουσικής εμπειρίας είναι το ύψος, η χροιά, ο ρυθμός, η μελωδία και η αρμονία.
Και όπως προκύπτει από όλες τις μέχρι σήμερα έρευνες, αυτά τα επιμέρους δομικά στοιχεία δεν τα επεξεργάζεται ο εγκέφαλός μας σε ένα ενιαίο και μοναδικό «κέντρο για τη μουσική».
Συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο: στον εγκέφαλό μας υπάρχουν πολλά, τουλάχιστον 14, συστήματα για την επεξεργασία της μουσικής, τα οποία είναι διάσπαρτα κατανεμημένα στα δύο εγκεφαλικά ημισφαίρια (κυρίως πάνω στον άνω βρεγματικό και στον κογχο-μετωπιαίο φλοιό), την παρεγκεφαλίδα και σε υποφλοιώδεις δομές, όπως π.χ. η αμυγδαλή.
Οσο για την ενιαία και πολύ προσωπική εμπειρία ενός μουσικού έργου, αυτή εξαρτάται και αναδύεται από τη σχεδόν ταυτόχρονη ενεργοποίηση όλων αυτών των ημιαυτόνομων (ανατομικά) αλλά και στενότατα συνδεμένων (λειτουργικά) εγκεφαλικών συστημάτων!
Την επόμενη εβδομάδα θα παρουσιάσουμε τις γνωσιολογικές και αισθητικές ανατροπές που επιφέρει η νέα επιστημονική αντίληψη για τη μουσική, καθώς και τις θεραπευτικές-παιδαγωγικές πρακτικές που προκύπτουν από αυτήν.